Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

...Και ένα ποίημα των παλαιών χρόνων.

Η Μαρία Κυριάκη (η θυγατέρα μου) το άκουσε απο την Ουρανία του Μίαρη και μου το έστειλε

Ερόδισε η ανατολή Και ξημερώνει η δύση
Γλυκοχαράζουν τα βουνά Κι ο Αυγερινός τραβιέται
 Παν’ τα πουλάκια στη βοσκή Κι οι λυγερές στη βρύση
Πάω κι εγώ κι ο μαύρος μου  Και τα λαγωνικά μου

Βλέπω μια κόρη που ‘πλενε σε μαρμαρένια γούρνα
Τη χαιρετώ, δε χαιρετά , της κρένω, δε μου κρένει

Σαράντα σίκλους έβγαλε...........
Κι απάνω στους σαράντα δυο τη βλέπω δακρυσμένη
Γιατί δακρύζεις λυγερή και βαριαναστενάζεις;
Μην απεινάς μην αδιψάς, μην έχεις κακή μάνα;

Μήτε πεινώ, μήτε διψώ, μήτε κακή μάνα έχω
Έχω τον άντρα μου στην ξενιτιά και λείπει δέκα χρόνια
 Κι αν δε φανεί, κι αν δε τον δω, καλόγρια θα γίνω
Θα πάω σ’ άγρια βουνά, θα στήσω μοναστήρι
Και στο κελί θα σφραγιστώ......
Αυτόν θα τρώει η μαύρη ξενιτιά  κι εμέ τα μαύρα ράσα........

Συνεχίζει το επικού τύπου τραγούδι/ποίημα, αλλά η Ουρανία του Μίαρη, ετών 88, δεν το θυμάται.
Η Μαρία του Κίτσου λέει ότι το ξέρει και η Κυρά Μαίρη (του Ρόπα)
"Ψιθύρισέ της το στο αυτί και να δεις που θα το θυμηθεί" μου είπε.

Μαρία Κυριάκη

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Το εμπόριο (συνέχεια 1)

Συνέχεια των διηγημάτων του Παπακαβάσιλα όπως τα επιμελήθηκε ο Χρήστος Κρασάκης

Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΣΤΑΝΗ
Εδώ θέλω να γράψω για ένα άλλο εμπόριο, μια άλλη σεμπριά που εκάμαμε τρείς σέμπροι: Ο Καστάνης, ο Σαμιώτης του Κoκόλη, κι εγώ. Με κατ ανάγκη δάσκαλο- αφού ήξερε τη δουλειά- το Στεφανή του Μπούγκου!
Εγώ με το Σαμιώτη ειμάστενε σχεδόν ίσια στα χρόνια, δεκαεφτά- δεκαοχτώ χρονών. Ο Καστάνης όμως τότε ήταν πάνω από σαράντα, κι ο Στεφανής του Μπούγκου εβδομήντα με εβδομήντα πέντε.
 Ο Καστάνης τότε ήταν ο μεγάλος πραματσούλης. Πραματσούλης με λεφτά! Είχε ψιλικά, αλλά είχε και πανιά! Αυτόν περιμένανε τα παιδιά τα Χριστούγεννα και το Πάσχα, που θα πήγαινε η μάνα τους, πότε με λεφτά- πότε μπιστιού, να πάρει λίγο πανί, να το δώσουν στη Βασιλική για να τσου κάμει τη μπραέσα και το γιακετί!
Κι από πελατεία, πολύ και καλή. Εχτός από το χωριό μας ακόμα είχε τσου Κυπριανάδες, τη Κληματιά, τσου Ξαθάτες…  Οι Ξαθιώτσες δεν ψώνιζαν από κανέναν άλλον!
ΟΙ ΓΑΪΔΑΡΟΙ
Ο Καστάνης είχε και γάιδαρο. Το λέω αυτό γιατί πολύ λίγοι γάιδαροι ήταν τότε στο χωριό. (ενώ τώωωρα) (!)  Απ’ ότι θυμάμαι είχανε οι Μπουριτσαίοι, οι Τζουγαίοι, ο Χάχαλης, ο Σουβλάκης… είχε και η Γαλάνω γάιδαρο.
Δε λέω ο Ρόκος ο Αρσένης- ο άντρας της- γιατί μήτε αυτός, μήτε ο γιος του ο Θωμάς ανακατεύονταν.
 Ο Ρόκος είχε το ψωμοπουλιό κι εζύμωνε κάθε δεύτερη μέρα, γιατί ψωμί αγοράζανε μόνο εκείνοι, που για πολύ σοβαρό λόγο, δε μπορούσαν να ζυμώσουν στο σπίτι τους.
Μεγάλο το χωριό τότε!
Ο γιος του Ρόκου, ήτανε στο γυμνάσιο στη χώρα τότε, η θυγατέρα του και η ανιψιά του ήταν μικρές.
Γι αυτό, το γάιδαρο τον είχε η Γαλάνω κι έκανε όλα τα θελήματα του χωριού.
Όχι βέβαια γιατί ήταν πονόψυχη, αλλά γιατί έτσι εξασφάλιζε ο γάιδαρος το φαΐ του.
Τι να έκανε μόνη της η καψερή; Να φέρει ξύλα για το φούρνο; Να κρατάει το νοικοκυριό του σπιτιού; Δεν προλάβαινε ούτε να τον «αλλάξει» το γάιδαρο, αν το πρωί τον έδενε κάπου. Γι αυτό όποιος τον χρειαζότανε του τον έδινε ευχαρίστως!!
 Ενώ οι άλλοι- που είχαν το προνόμιο να έχουν δικό τους γάιδαρο- δεν τον έδιναν σε κανέναν για κανένα λόγο.
Πιο παλιά, όλα τα θελήματα του χωριού, τα έκανε ο γάιδαρος τση Πελός. Μέχρι και οι αβγολόοι τον έπαιρναν φορτωμένο αβγά στη χώρα.
Ήμουν μικρός αλλά το θυμάμαι που τον είχε πουλήσει ο πατέρας μου τσου Κυπριανάδες.
Αυτό το γάιδαρο έπαιρνε και (ο Παρτσινέβελος), ο Τζώρτζης ο Αρλιώτης… για να έρχεται από το Λιβάδι, που είναι το σπίτι του, στον Αϊ Νικόλα στα Νερούλια.
Κι έλεγε χαρακτηριστικά: «Φέρτε μου την Πελού να την καβαλικέψω»….
 Ξέφυγα όμως, αλλά δεν πειράζει. Καλλίτερα να ξεφεύγει κανείς για να μαθαίνουμε περισσότερα από την ιστορία του χωριού μας. Γι αυτό θα… ξεφύγω κι άλλες φορές!
 Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΣΤΑΝΗ- 2
Ας συνεχίσω λοιπόν με τη σεμπριά την τόσο ασυνήθιστη λόγω της μεγάλης διαφοράς ηλικίας μεταξύ μας.
Εγώ με το Σαμιώτη κάναμε ότι θέλαμε χωρίς το φόβο να μας παρεξηγήσουν. Μπορούσαμε να τσακωθούμε αν δε συμφωνούσαμε, να αρπαχτούμε, αλλά και να τα ξαναφτιάξουμε. Παιδιά ήμαστε ό,τι θέλαμε κάναμε!
 Ο Καστάνης όμως;; Ο Άρχοντας του χωριού;;
 Ο Στεφανής του Μπούγκου;; Ο πιο παράξενος γέροντας του χωριού;;
Και να υποφέρει και από δύσπνοια…
Πως, και τι είδος σεμπριά να κάνει αυτή η τετράδα.
 Όλα ξεκίνησαν από τη φτώχια, τη δική μου και του Σαμιώτη.
 Ίσως οι νέοι αναρωτηθούν- και με το δίκιο τους- Δεκαοχτώ χρονώ και φτώχεια πάει; Δεν πάει…
Το ξέρω. Τώρα δεν πάει. Τότε όμως έτσι ήταν η κατάσταση. Δεν υπήρχε δουλειά.
 Όταν βρίσκαμε κεπαρίσσια τα κόβαμε, τα κάναμε σανίδες με τη πριόνα, μισές του αφεντικού που τα είχε και μισές εμείς, και τι βγάζαμε; Τριάντα φράγκα την ημέρα. Σπάνια βρίσκονταν κι αυτά.
Για ν αγοράσουμε ένα τενεκέ γέννημα, να το αλέσουμε να ζυμώσουμε και να το ψήσουμε στο φούρνο μας, θέλαμε δύο μεροκάματα. Τότε όποιος είχε στο σπίτι του ένα σακί γέννημα ήταν ευτυχισμένος. Σχεδόν δυο μήνες ψωμί για μια οικογένεια από τέσσερα άτομα.

Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Μιά εξαιρετική προπολεμική φωτογραφία

Μανώλης Βασιλάκης (του ψηλού).
" Η Κατερινίτσω (η γιαγιά μου μάνα του Τάσου του ψηλού) ο Σπύρος Βασιλάκης (πατέρας του Τάσου του ψηλού) που πέθανε από φυματίωση το 1941, η Μπέκω (μάνα του Σπύρου και προγιαγιά μου) και η μικρούλα είναι η Κριμαία αδελφή του Σπύρου που παντρεύτηκε στους Κυπριανάδες και έκανε τέσσερα παιδιά το Γιάννη το γιατρό το Νίκο τον ταχυδρόμο το Ρίκο και τον Δημήτρη."

Ευχαριστώ Μανώλη για τις φωτογραφίες που έστειλες και υπενθυμίζω ότι η προσπάθεια για ένα, σχετικά πλήρες, φωτογραφικό αρχείο Βαλανειού συνεχίζεται. Όσοι  θέλουν μπορούν να στείλουν φωτογραφικό υλικό για να το συμπεριλάβουμε στο αρχείο. Είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασωθεί.

Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Το εμπόριο

Αρχίζουμε απο σήμερα να δημοσιεύουμε μιά σειρά  διηγημάτων που έγραψε ο Παπακαβάσιλας .
Τα διηγήματα επιμελήθηκε ο Χρήστος Κρασάκης.

ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ
Είχαμε φαλίρει και είχαμε χαλάσει τη σεμπριά με τον Γεροντάκη, που πέρναμε κουλούρια και τα πουλούσαμε στα πανηγύρια. Γενόνταν τότες πολλά. Είχαμε φαλίρει. Τα κουλούρια τα αγοράζαμε από το Λάτα τσου Μαλακιούς, δώδεκα λεφτά το ένα και τα πουλούσαμε δύο δεκάρες, όσο τα πούλουνε κι εκείνος.
 Τι έγινε όμως; Ο Λάτας είχε τσακωθεί με το συχωριανό του το Θανάση το Μανάρη- επίσης μεγάλος κουλουρτζής από τσου Μαλακιούς- και στο πανηγύρι των Περλάδων στον Αϊ Γιώργη, ο Λάτας, για να «διώξει» το Μανάρη έβαλε τα κουλούρια του μια πεντάρα το ένα. Και είχε φέρει δύο μεγάλα τερτικά γιομάτα, με το άλογό του.
Ο Μανάρης  δεν ξέρω αν έφυγε ή όχι.
 Ποιος όμως θα παιρνε κουλούρια από εμάς με δύο δεκάρες το ένα, αφού από το Λάτα θα έπαιρνε τέσσερα με τα ίδια λεφτά;
Πήγαμε τότε στο Λάτα, εγώ και ο Γεροντάκης, και του είπαμε να του επιστρέψουμε τα κουλούρια- ακόμα δεν του τα είχαμε πληρώσει- αλλά δε δέχτηκε και μας απείλησε κι όλας λέγοντάς μας, να μη μας νοιάζει τι κάνει εκείνος, αλλά να φροντίσουμε να του πλερώσουμε τα κουλούρια με δώδεκα λεφτά το ένα που είχαμε συμφωνήσει να τα αγοράσουμε.
Τι να κάνουμε κι εμείς, γυρίζαμε τσι ρούγες και τα πουλούσαμε όσο- όσο, για να μη τα ξανακουβαλήσουμε στο χωριό. Αγοράσαμε ύστερα λίγο ψωμί και τυρί να φάμε, και φύγαμε για το χωριό.
 Από τότε τσακωθήκαμε με το Λάτα, και παίρναμε τα κουλούρια από το Θανάση το Μανάρη.
Πηγαίναμε καλά ώσπου μας έτυχε μια αβαρία και χαλάσαμε τη σεμπριά.
.
.
Ο ΔΗΜΟΥΛΙΝΑΣ
Τότε χάλασα και με το μπάρμπα μου το Δημουλίνα τη σεμπριά. Εκείνος με είχε κάμει πραματσούλη.
Γύριζα με τη κόφα έξι- οχτώ χωριά την ημέρα, και πουλούσα σαπούνι, σκάλτσες, σκαλτσουδέτες, μπαμπάκι, ροδέλες για σκαλτσούνια άσπρες και μαύρες, και άλλα ψιλοπράματα. Αγόραζα και αβγά. Τίποτα όμως δεν έκαμα. Μικρά πράματα έβγανα. Καλύτερα βέβαια ήταν απ’ το τίποτα.

Εφαλίραμε και με το μπάρμπα, όχι όμως με δική μου υπαιτιότητα. Αντίθετα εγώ τον φοβόμουνα το Δημουλίνα και τον πατέρα μου, γι αυτό φρόντιζα να είμαι σε όλα εντάξει.

Φαλίραμε, γιατί ο Δημουλίνας νόμιζε ότι τα αβγά διατηρούνται  στο αλάτι, όπως ο χοίρος, που αλάτουνε κάθε χρόνο. Και για να μάσω εγώ πενήντα ντουζίνες αβγά από τον Αύγουστο, περάσανε άλλοι δυο μήνες. Εκείνος τα έβαλε στο αλάτι και τα άφησε εκεί μέχρι να ακριβύνουν(!)
Κλούβιασαν και σάπικαν όλα, και φαλίραμε.

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Η ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΘΕΟ

“Υπογράψτε όλοι να γλιτώσει το χωριό και το νησί”

- Τι να υπογράψουμε ρε Μιχάλη;
- Θα σας πω: όπως όλοι ξέρουμε, έφυγε κοντά και ο Οχτώβρης και δεν έχει βρέξει ακόμα. Θα χαθούνε όλα: από τσι ελιές ξεράθηκε ο καρπός απάνω, τα ζα μας δε βρίσκουνε τίποτα να φάνε, χειρότερα κι από τον Αλωνάρη, ακόμα δεν εβάλαμε τίποτα στη γη γιατί είναι όπως το τσιμέντο… αλλά θα κεράσει κανένας;
Δε πρόκαμε να τελειώσει τη φράση του και όσοι ήταν μέσα στο μαγαζί παράγγειλαν ούζο για τον Μιχάλη.
- Όχι, ένα θα πιω, γιατί θα πιω και στα άλλα μαγαζιά που θα πάω.

“Λοιπόν Μιχάλη τι μας είπες- του λέει κάποιος- για ξηρασία και τι σχέση έχει το χαρτί που μας λες να υπογράψουμε;”

-To γλέπεις που εισάστενε όλοι κουτοί και να με συμπαθάτε; Το χαρτί αυτό είναι για να βρέξει…

- Μιχάλη θα μας τρελάνεις…

- Καθόλου κύριοι. Το χαρτί αυτό είναι Αίτηση προς το Θεό, και του ζητάμε να βρέξει… και σας ρωτάω: μπορεί άλλος να βρέξει εχτός από το Θεό;

“Όχι απάντησαν όλοι” “και σας ξαναρωτάω: ο Θεός μπορεί να βρέξει; “Μπορεί” απάντησαν όλοι με ένα στόμα! Αφού λοιπόν μπορεί να μας κάμει τη χάρη να βρέξει, σκέφτηκα να πάω στο Θωμά του Ρόκου που ξέρει γράμματα, να μου κάμει μια αίτηση, να την υπογράψουμε όλοι και να τη στείλουμε στον Ύψιστο. Όταν την ετέλειωσε μου την εδιάβασε μέσα στο μαγαζί του Τόπου και την ακούσανε όλοι που ήτανε μέσα. Διαβάστε τηνε κι εσείς, αν δε σας κάνει κόπο, και αν συμφωνείτε, υπογράψτε την”
Και τότε έγινε κάτι απίστευτο: προσωπικά δεν πίστεψα που αρχίζοντας ο Μιχάλης με καλαμπούρι, τέλειωσε και με καλαμπούρι, γιατί είδα τους χωριανούς να παίρνουνε σειρά για να υπογράψουν και κατάλαβα ότι κατά βάθος πιστεύανε πως κάτι θα γίνει…

Εν τω μεταξύ είχαν έρθει και άλλοι στο μαγαζί και περίμεναν και αυτοί τη σειρά τους. Μπορεί να υπόγραφαν χαμογελώντας, δεν κορόιδευε όμως κανένας, ούτε κανένας ειρωνεύτηκε αυτή την ενέργεια του Μιχάλη, που δεν ήξερε τι θα πει κακία, κι έτσι δέχτηκα κι εγώ να υπογράψω προπαντός για να ευχαριστήσω το Μιχάλη.

Όταν όμως έπιασα το στυλό για να βάλω την υπογραφή, δεν ξέρω κι εγώ κάτω από πόσες άλλες, αισθάνθηκα μέσα μου τη βαθιά ελπίδα ότι πλέον δεν είναι αστείο αυτό που γίνεται και πως πραγματικά κάτι επρόκειτο να γίνει!

Αφού υπόγραψαν όλοι όσοι ήταν στου Τσουμπάνη, το μαγαζί που έκαμε την αρχή, ύστερα από του Τόπου που είχε φτιαχτεί η αίτηση από τον Θωμά του Ρόκου, βγήκε από του Τσουμπάνη και πήγε στου Χαρίλαου. Τον κέρασαν κι εκεί και υπόγραψαν, και από κει πήγε στου Μήτσου του Αμερικάνου.

Όταν μπήκε μέσα όλοι τον υποδέχτηκαν χαρούμενοι γιατί το είχαν μάθει, και η πρώτη κουβέντα τους ήταν: κέρασε το Μιχάλη!

“Όχι ρε παιδιά ένα θα πιω γιατί θα πάω και σ’ άλλα μαγαζιά, το μόνο που θέλω είναι να μάθω αν θα υπογράψετε”

- Μα τι λες ρε Μιχάλη, και βέβαια θα υπογράψουμε βάλε την αίτηση πάνω στο τραπέζι να μη καθυστερούμε κιόλας.

Και πράγματι ήταν κι εκεί πολλοί και υπόγραφαν όλοι- μέχρι που ήρθε η σειρά του Κώστα του Κωστελλέτου- του Ντίγρη όπως τον έλεγαν στο χωριό.

-Ντίνο δεν θα υπογράψεις; Λέει ο Μιχάλης αφού τον είδε που δε σηκώθηκε από τη καρέκλα του ενώ οι άλλοι είχαν υπογράψει όλοι.

-Όχι, δεν υπογράφω Μιχάλη γιατί έχω όξω τσιμέντα και φοβάμαι μη μου βραχούν…

Εδώ ίσως ο αναγνώστης υποθέσει πως η απάντηση του Ντίνου ήταν ειρωνική. Κάθε άλλο αυτό τουλάχιστο εγώ το ορκίζομαι και η εξήγηση είναι απλή για όποιον γνώριζε τον Ντίνο καλά.

Ο Ντίνος ήταν θρήσκος και κάτι παραπάνω, και πίστεψε πως έστω και με την αίτηση του Μιχάλη υπογεγραμμένη απ’ όλους τους χωριανούς δεν ήταν καθόλου δύσκολο να τη λάβει υπ’ όψη του ο Θεός και να τους κάνει τη χάρη να βρέξει.Θεώρησε την αίτηση σαν προσευχή. Για να πούμε και την αλήθεια μήπως δεν ήταν ένα είδος παράκλησης προς το Θεό για να βρέξει;

Έτσι ακριβώς σκέφτηκε ο Ντίνος και παρ’ όλα τα παρακάλια του Μιχάλη που του έλεγε “Ντίνο μου υπόγραψε και αν ο Θεός μας ακούσει και βρέξει, θα πάμε δέκα νομάτοι να τα μπάσουμε μέσα τα τσιμέντα ή να τα σκεπάσουμε με νάιλον για να μη βραχούν”…

“Όχι, δεν υπογράφω” του είπε και δεν υπόγραψε, και όσο αν φαίνεται αστείο, η άρνηση του Ντίνου να υπογράψει, ενίσχυσε την ελπίδα των άλλων που είχαν υπογράψει και ήταν παρόντες!

Όταν τέλειωσε από του Αμερικάνου, που είχε χασομερήσει με τις υπογραφές, με το κέρασμα, και με τον Ντίνο, η ώρα είχε περάσει και άρχισε να νυχτώνει, ο Μιχάλης έφυγε τρέχοντας με δύο- τρία παιδιά που τον ακολουθούσαν και πήγαινε για του Γληγόρη του Κανάρη το μαγαζί.

Εν τω μεταξύ ο καιρός άρχισε να χαλάει και αραιές χοντρές σταγόνες νερό, έπεφταν από τον ουρανό. Όπως φαίνονταν ο καιρός, ίσως και να βρεχε ενώ μια ώρα πριν ήταν πεντακάθαρος ο ουρανός!!

Όταν ο Μιχάλης ένιωσε τσι στάλες πάνω στο κεφάλι του, πηγαίνοντας προς του Γληγόρη, άπλωσε την αίτηση που κρατούσε προς τον ουρανό και πέφτανε απάνω της οι στάλες!

Την κρατούσε ανοιχτή με τα δύο του χέρια, και πήγαινε χορεύοντας προς του Γληγόρη που ήταν γεμάτος κόσμο. Είχαν μάθει το περιστατικό με τον Ντίγρη και μέχρι να φθάσει ο Μιχάλης το σχολίαζαν. Πάνω στην ώρα, μπαίνει ο Μιχάλης μέσα όλος χαρά- περισσότερο χαρούμενος απ’ όσο τον ξέραμε- και τότε άρχισαν όλοι “καλώς το Μιχάλη, γειά σου Μιχάλη, τι θα πιείς Μιχάλη” και τέτοια!

Αφού ήπιε το ούζο του ο Μιχάλης, πήρε ένα ύφος σοβαρό έδειξε τη βρεγμένη αίτηση και λέει με επισημότητα:

- Βλέπετε, αυτό χρειαζόταν για να βρέξει. Ορίστε άρχισε κι όλας κι ακόμα δεν τη στείλαμε. Ακούστε τι λέω να κάμουμε τώρα: για να πάει πιο γλήγορα να τη στείλουμε με άνθρωπο που φεύγει όπου να ναι για ‘πάνω, και όχι ταχυδρομικώς γιατί θ’ αργήσει να πάει. Λοιπόν σήμερα πέθανε ο Κώστας ο Μπούας- Θεός σχωρέστον- θα του τη δώκουμε και θα τη δώκει αμέσως θετικά… τι λέτε;

Αφού είναι έτσι είπε κάποιος ελάτε να την υπογράψουμε και γρήγορα μάλιστα. Και την υπόγραψαν όλοι όσοι ήταν στο μαγαζί.

Εν τω μεταξύ ο καιρός είχε χαλάσει για τα καλά…

Από τα μεσάνυχτα άρχισε να βρέχει και δε σταμάταγε για δεκαπέντε μέρες συνέχεια. Άνοιξαν οι ουρανοί, ούτε μια ώρα χωρίς να ρίχνει κατακλυσμό…

Την επόμενη μέρα που έβρεχε, τα σχόλια έδιναν κι έπαιρναν στα μαγαζιά, και όπου πήγαινε ο Μιχάλης γίνονταν δεκτός με χαρά και με κεράσματα: ότι έκαμε ο Μιχάλης, λέγανε, ο Μιχάλης μας έσωσε και τέτοια… κάποιοι, και ήταν πολλοί, πίστεψαν στην ενέργεια του Μιχάλη όπως ο Ντίγρης που έλεγε “βλέπεις που είχα δίκιο, ο Θεός άκουσε τσου περισσότερους που υπογράψανε κι έβρεξε” και οι άλλοι καμαρώνανε που τους άκουσε ο Θεός!

Αλλά και η βροχή καλή και χρήσιμη ήτανε, αλλά πόση;;
Έβρεχε, έβρεχε, πέρασε μια βδομάδα, περάσανε δύο και δεν έλεγε να σταματήσει…

Άρχισαν οι χωριανοί να πηγαίνουν στο σπίτι του Μιχάλη και να τον ρωτάνε: “πότε θα σταματήσει Μιχάλη, τι θα γίνει θα πνιγούμε Μιχάλη, θα μας πάρει το ποτάμι τα χωράφια Μιχάλη, τι του γραφες μέσα στο χαρτί του Θεού Μιχάλη, κάμε καινούργιο χαρτί τώρα για να σταματήσει Μιχάλη”…

Και ο Μιχάλης τους απαντούσε: “Ρε παιδιά, ξέρω κι εγώ; Ο Θεός μια φορά, μας έκανε τη χάρη και βρέχει… εκείνος που θα φταίει είναι ο Ρόκος που έκανε την αίτηση και- όπως φαίνεται- ξέχασε να γράψει πότε να σταματήσει ή πόσες μέρες θέλαμε να βρέξει!!

Είναι πολύ δύσκολο να αποδώσει κανείς με την πένα αυτά που έγιναν από τον Μιχάλη την (καλή καρδιά).

Σήμερα που γράφω κλείνουν οκτώ χρόνια από τον πρόωρο χαμό του.

Είναι και αυτό ένα αιώνιο Μνημόσυνο από εμένα που το έγραψα, από τους χωριανούς που δεν τον ξέχασαν, και από τα παιδιά της Αθήνας που βάζουν στην εφημερίδα τέτοια θέματα.

Βαλανειό 10 Γενάρη 1980

Παπακαβάσιλας.


Για την αντιγραφή: Χρήστος Κρασάκης (Καβάσιλας)

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

"Ο Σπούργιτας"

Μου τον σύστησε ο Ντόλος το προηγούμενο Σαββατόβραδο. Είχα πάντα την αίσθηση ότι δεν υπήρξε ποτέ. Ήταν, πάντα, μια ακαθόριστη ανάμνηση των παιδικών μου χρόνων.
Και τώρα σκεκόταν  μπροστά μου με προτεταμένο το χέρι.
Τον κοίταγα αποσβολωμένος. Του έδωσα το χέρι για να διαπιστώσω ότι υπάρχει στ'αλήθεια.
Πολλά χρόνια στην Αγγλία .
 Έρχεται που και πού στο χωριό αλλά δεν έτυχε να συναντηθούμε.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι μιλούσε σαν να μήν είχε φύγει ποτέ απο την Κέρκυρα . Άψογη προφορά και χρήση της γλώσσας μας, κατακάθαρες αναμνήσεις , σπόρ ντύσιμο , πάντα αδύνατος . Με τίποτα δεν φαίνονται τα χρόνια του.
Όλο το σαββατόβραδο ταξίδευα στα χρόνια της πρώτης δημοτικού. Τότε που ο Σπούργιτας ανέβαινε στο τελευταίο τσουφιλίδι της ελιάς στον Αγιάκωβο   και ο "Σαλιβάνος" , ο φοβερός και τρομερός δάσκαλος μας,  να ωρύεται απο κάτω.

Μου είπε ότι θα ξαναγυρίσει στο χωριό αργότερα.
Καλή αντάμωση φίλε.

Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Για την απώλεια του Δημήτρη του Ράκη

Γράφει ο Χρήστος Κρασάκης

Τον Δημήτρη (του Ράκη) τον πρόλαβα στο χωριό να παίζει με τα μεγαλύτερα παιδιά, και ύστερα από χρόνια, τον ξανάδα στην Αθήνα όταν έφυγα κι εγώ από το χωριό.

Αυτό που ξεχώριζε τον Δημήτρη από τους άλλους – και στο χωριό – ήταν αυτή η υποψία χαμόγελου που σχηματίζονταν στο πρόσωπό του, όταν έρχονταν από αντίθετη κατεύθυνση και συναντιόνταν τα μάτια του με τα δικά μου.

Μετά δε μιλούσε. Έφευγε… αλλά εγώ έμενα- πώς να το πω- με μια γεύση αποδοχής(;), όπως και να’ χει, μου έμενε ένα ευχάριστο συναίσθημα, που κρατούσε μέχρι την επόμενη φορά που γίνονταν το ίδιο…

Στο χωριό, αυτοί οι μεγαλύτεροι, έφτιαχναν καρότσια από ξύλα, καρφιά και σύρματα, που μπορούσε να ανέβει απάνω ένα άτομο, να οδηγεί, και οι άλλοι οι μικρότεροι, να σπρώχνουν από πίσω. Βέβαια καμιά φορά που πήγαινε κατ’ ευθείαν στις βατσουνιές και έπρεπε να σταματήσει, ακόμα σπρώχναμε, και ο Δημήτρης φώναζε… αλλά που ν’ ακούσουμε εμείς.

Ένα τέτοιο καρότσι, νομίζω ήταν που ανέβηκε απάνω μια φορά ο Βασίλης (τση Μαριέτας), επήρε πόζα οδηγού, και φώναξε: «αμπόχτε το καβότσι μου, κι εγώ το κουμανταύω!!»

Βεβαίως και δεν μπορούσε να το κουμαντάρει, αφού μετά από λίγο ο Βασίλης μας κοίταζε αποσβολωμένος μέσα από το καναλέτο, και το καρότσι πήγαινε χωρίς κουμανταδόρο… προς το Ρεκίνι!

Μέσα σ’ όλα αυτά, και σε άλλα πολλά και καλά, ήρθε κατακέφαλα και στο Δημήτρη- όπως και σε όλους τους άλλους- η απόφαση να φύγει… να πάει να «φτιάξει τη ζωή του».

Να πάει που;;

Να φτιάξει τι;;

Αφού εκεί που ήταν, δε γίνονταν καλύτερα!

Αφού εκεί που πήγε, δε γίνονταν χειρότερα…

Αυτό που ξέρω εγώ- φίλε μου Δημήτρη- είναι ότι εσύ δε μάσησες, όπως εμείς!

Εσύ ήξερες απ’ την αρχή πού- ήτανε καλύτερα, πού- έπρεπε να κάτσουμε όλοι και να παλέψουμε για ένα καλύτερο αύριο χωρίς να αφήνουμε «κενά» μέσα στη ψυχή μας.

Όμως δεν είπες τίποτα, δεν έκανες τίποτα- τα άφησες για τους άλλους, τους «οργανωμένους» τους αγωνιστές των δικαίων του Λαού… τρομάρα μας.

Κι έτσι…

Αυτοί, με τη ματιά του λύκου, τρέχουν να σώσουνε ακόμα τον κόσμο… από τον «Παράδεισo»…
Κι εσύ, με τη ματιά του αρνιού, θα κάτσεις να μας περιμένεις στο μόνο τραπέζι που δεν καταφέραμε να γεμίσουμε ποτέ:

Το τραπέζι της Χαράς!

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

Παίξε γέλασε και σώπα;

Η φετινή θεατρική παράσταση του πολιτιστικού συλλόγου και της θεατρικής του ομάδας ήταν μια πολιτική επιθεώρηση με πολλά τραγούδια, γέλιο και προβληματισμό.
Το σενάριο έγραψε ο Νίκος Κυριάκης
Σκηνοθεσία η Ανθή Κωστελλέτου.
Έπαιξαν οι: Όλγα Βαγιωνίτη, Αθηνά Βασιλάκη, Έλενα Βασιλάκη, Κωνσταντίνα Βασιλάκη,Εύη Κορδούτη, Τάσσος Κυριάκης, Αντώνης Κυριάκης, Σπύρος Κυριάκης, Σοφία Κωστελλέτου, Μάρκος Κωστελλετος και Νικολέτα Μπίσκου.
Επίσης παρουσιάστηκε ένα απόσπασμα απο την "Φρουτοπία"όπου συμμετείχαν τα μικρότερα παιδιά της θεατρικής ομάδας.

Κυριακή 15 Αυγούστου 2010

Δεκαπενταύγουστο στο χωριό

Η φετινή περιφορά του επιταφίου της Παναγίας, όπως συνηθίζεται στο χωριό μας.

Φεστιβάλ χορωδιών στο Βαλανειό

Για πρώτη φορά συμμετείχαν τόσες χορωδίες με τόσο πλούσιο πρόγραμμα και τόσες καλές εκτελέσεις .
Η καθιερωμένη συναυλία του Αυγούστου της χορωδίας του Βαλανειού μπορεί πλέον να εξελιχθεί σε ένα φεστιβάλ χορωδιών υπαίθρου.

Η Χορωδία Αγύρου, υπό την διεύθυνση του Νίκου Κοντογιώργη με πολύ καλές φωνές και ωραία τραγούδια .
Η Χορωδία & Μαντολινάτα Πολιτιστικού Συλλόγου Αυλιωτών, υπό την διεύθυνση της Ιωάννας Γιαννιώτη με πολλά νέα και ταλαντούχα παιδιά .
Η Χορωδία Κασσωπαίων «Ο Απόλλων», υπό την διεύθυνση του Αλέκου Χαρτοφύλακα.
Η Χορωδία Χωρεπισκόπων, υπό την διεύθυνση του Σπύρου Κρασάκη με το Ave Maria (μέρες πούναι) καταχειροκροτήθηκε.
Και βέβαια η Χορωδία Βαλανειού "Το Κόρο" & οι μουσικοί: Αυλωνίτης Σπύρος, Κουσουνής Γιώργος, Λουκανάρης Αντώνης υπό την διεύθυνση του Αλέκου Χαρτοφύλακα με εξαιρετική απόδοση και , εκτός των άλλων, με την εξαιρετική σόλο ερμηνεία της Έλενας Χαρτοφύλακα.

Η βραδυά συνεχίστηκε με τραπέζι έξω από το μοναστήρι του 'Αη Νικόλα.

Πάντα τέτοια και καλύτερα.

Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Έφυγε και ο Γρηγόρης.

Χάσαμε και τον Γρηγόρη.
Αυτόν τον μήνα έφυγαν πάνω απο δέκα Βαλανίτες . Δέν μπορείς να συνηθίσεις τον χωριό με την απουσία τους . Νομίζω ότι θα τον δώ στην καρέκλα του έξω απο το καφενείο.
Δυστυχώς το έμαθα αργά και δεν μπόρεσα να πάω στην κηδεία. Συνάντησα τον μικρότερο αδελφό του που ζεί χρόνια στην Νέα Υόρκη και μου το είπε.
Συλλυπητήρια στην οικογένεια.

Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

Εκδηλώσεις τον Αύγουστο στο χωριό.

Καταρχήν έχουμε τις εκδηλώσεις του Πολιτιστικού συλλόγου που γίνονται σχεδόν κάθε σαββατοκύριακο με προβολές καλών ταινιών και με μεγάλη συμμετοχή.
Εν συνεχεία είμαστε εν αναμονή του θεατρικού έργου που θα παρουσιάση ο θίασος του συλλόγου μας.
Έχει σχεδιαστεί και η διοργάνωση μιας γιορτής με μουσική και χορό.

Ο Μουσικός όμιλος οργανώνει επίσης ένα φεστιβάλ χορωδιών με την συμμετοχή απο αρκετά χωριά της περιοχής μας.

Συμμετέχουν:
- Χορωδία Αγύρου, υπό την διεύθυνση του Νίκου Κοντογιώργη.
- Χορωδία & Μαντολινάτα Πολιτιστικού Συλλόγου Αυλιωτών, υπό την διεύθυνση της Ιωάννας Γιαννιώτη.
- Χορωδία Κασσωπαίων «Ο Απόλλων», υπό την διεύθυνση του Αλέκου Χαρτοφύλακα.
- Χορωδία Χωρεπισκόπων, υπό την διεύθυνση του Σπύρου Κρασάκη.
- Χορωδία Βαλανειού "Το Κόρο" & οι μουσικοί: Αυλωνίτης Σπύρος, Κουσουνής Γιώργος, Λουκανάρης Αντώνης υπό την διεύθυνση του Αλέκου Χαρτοφύλακα.

Καλή επιτυχία σε όλους.

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Έφυγε και η Χρυσάνθη

Αυτό το αμάνικο πουλοβεράκι τόφτιαξε με τη ρόκα της, τον χειμώνα που μας πέρασε.
Είναι από μαλλί προβατίνας, παρακαλώ.
Η Χρυσάνθη του Κοκόλη! Η πιο γλυκειά και αισιόδοξη γυναίκα του κόσμου.
Δεν είναι ότι δεν μπορούσε να αγοράσει ένα. Απλά δεν της αρκούσε ότι κι'ότι.
Ήθελε κάτι επώνυμο.
Κανονίσαμε να την βγάλω και φωτογραφία με τη ρόκα.
Κάτι μου συνέβηκε και δεν μπόρεσα να ανέβω στο χωριό.
Ci vediamo γλυκειά μου.

Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010

Επίσκεψη του Μανώλη Ρασούλη στο Βαλανειό

Το χωριό μας επισκεύθηκε Ο Μανώλης Ρασούλης προκειμένου να γνωρίσει την χορωδία του Βαλανειού και να συνομιλήσει μαζί μας για κοινά ενδιαφέροντα που αφορούν το παραδοσιακό τραγούδι μας , την ιστορική επίδραση των Κρητών στον επτανησιακό πολιτισμό , την επτανησιακή μελοποίηση του Ερωτόκριτού κ.α.
Περάσαμε μια υπέροχη βραδυά με συζητήσεις και τραγούδι.
Ιδιαιτερη εντύπωση έκανε στρους φιλοξενούμενούς μας το "Αρμολίνο ".
Την επόμενη μέρα έγινε συζήτηση σε εκπομπή της ΕΡΑ- ΝΕΤ στην οποία συμμετείχε ο Μανώλης Ρασούλης, Ο Αλέκος Χαρτοφύλακας και η αφεντιά μου.

Τον Μανώλη Ρασούλη έχουν προσκαλέσει στην Κέρκυρα η Αστρονομική Εταιρεία για μιά φιλολογική-μουσική εκδήλωση η οποία θα γίνει την ερχόμενη Κυριακή 20 Ιουνίου και ώρα 830μμ στην Ιόνιο Ακαδημία. Θα τραγουδήσει η Φιόρη-Αναστασία Μεταλληνού με τον Κωνσταντίνο Κατωμέρη στο πιάνο.

Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Συνέντευξη του Παπακώστα Κρασάκη σε Γαλλική εφημερίδα

Ο Παπακώστας σε συνέντευξη του σε Γαλλική εφημερίδα απαντάει σε ερωτήσεις για τα φλέγοντα προβλήματα της εποχής μας .
Αναφέρει ότι το Ελληνικό σύστημα είναι Γαγραινώδες , τάσσεται με το μέρος των αγωνιζόμενων εργαζομένων, επισημένει ότι η αδίστακτη φορολόγηση οδηγεί την Ελληνική εργατική οικογένεια στην οικονομική καταστροφή και την χώρα στο αδιέξοδο .
Αναφέρεται επίσης στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου και στην ανάγκη χωρισμού του κράτους από την εκκλησία.
Τάσσεται κατά της βίας, του φανατισμού και του εξτρεμισμού και εκφράζει τους φόβους του για επικείμενη αιματοχυσία στην Ελλάδα εξαιτίας της οικονομικής λεηλασίας των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων.
Ο Παπακώστας Κρασάκης υπηρέτησε ως εφημέριος και εκπαιδευτικός την Ελληνική κοινότητα του Saint Etienne όπου ζεί τα τελευταία 38 χρόνια της ζωής του μαζί με την οικογενειά του.

Σάββατο 29 Μαΐου 2010

Έφυγε και ο Τάσσος του Καλογέρου

Πέθανε προχθές και ο Πατέρας μου. Τέλος τα τραγούδια στον ανήφορο του Άγιαρσενιού.
Τέλος τα αγριολάχανα , το τσιγαρέλι και τα κεράσματα στα παιδιά του χωριού.

Δεν ξέρω πως θα συνηθίσω το Βαλανειό χωρίς την παρουσία του.

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Ο ερωτόκριτος στο Βιβλιοπωλείο "Πλούς" με την χορωδία του Βαλανειού

Έγινε με επιτυχία η εκδήλωση για το ποίημα του Βιτσέτζο Κορνάρο "Ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα" στο Βιβλιοπωλείο "πλούς".
Στήν εκδήλωση έγινε μια ιστορική αναφορά στην μακραίωνη παρουσία του Ερωτόκριτου στα Επτάνησα και στους Κρήτες πρόσφυγες που το μετέφεραν.
Τραγούδησε η χορωδία του Βαλανειού την τετραφωνική σύνθεση του Ερωτόκριτου πάνω στην βασική μελωδία όπως σώθηκε μέχρι σήμερα στο Βαλανειό.
Τήν χορωδία διεύθηνε ο Αλέκος Χαρτοφύλακας και συμετείχαν σχεδόν όλοι οι χορωδοί.
Τα σχόλια του κόσμου ήταν κολακευτικά για την προσπάθεια να περισωθεί ο Ερωτόκριτος καθώς και άλλα παλαιά τραγούδια του τόπου μας.
Ιδιαίτερα ευνοικά ήταν τα σχόλια για την προσπάθεια να ηχογραφηθούν σε ένα cd.
Τοπικές εφημερίδες εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους για να προβάλουν την προσπάθεια .
Τέλος υπό την απαίτηση των συμμετασχόντων, η χορωδία τραγούδησε στο δρόμο το "Αρμολίνο" καταχειροκροτούμενη.

Εάν θέλετε να δείτε αποσπάσματα απο την εκδήλωση ανοίξτε τα παρακάτω link από το blog της Anais (Ανέμων Δίκτυα).

http://anemondixtia.blogspot.com/2010/04/blog-post_29.html

Η στο You tube
http://www.youtube.com/watch?v=eB5cvOa5ww8&feature=player_embedded


http://www.youtube.com/watch?v=Kyp-7JgjCys&feature=related

http://www.youtube.com/watch?v=MhZeuFmCO9E&feature=related

Επίσης στο Υou tube υπάρχει το βιντεάκι από το ΑΡΜΟΛΙΝΟ που ανέβασε ο κύριος Νικόλαος Γρηγορόπουλος στην διεύθυνση_

http://www.youtube.com/watch?v=A-sVhx6VqTo



Έχουν ανεβεί σtο You tube και άλλες καλύτερες ηχογραφήσεις απο την εκδήλωση αλλά δεν μπορεσα ακόμα να τις βρώ.

Εκδρομή της Λέσχης Περιββαλοντος στο Βαλανειό


Η εκδρομή έγινε στην Γνωστή Διαδρομή Βαλανειό-Σωκράκι. Συμμετείχαν πολλοί από τα γύρω χωριά (Δροσάτο Αγρός κλπ.) Κάτοικοι της Πόλης αλλά και αρκετοί Γερμανοί και Άγγλοι.

Τους συνοδεύσαμε , εγώ ( ο Σταμάτης του Καλογέρου) και ο Ιάκωβος του Νταλιμάτσια).

Στο τέλος θα ανοίξουμε και τουριστικό γραφείο " TSI MULAS TO PIDIMA TOYRS"

Δευτέρα 19 Απριλίου 2010

Έφυγε ο Καπαντρίας

Αποχαιρετισμός στον Καπαντρία

Γράφει ο Χρήστος Κρασάκης (Καβάσιλας)

Έφυγε και ο τελευταίος της παρέας που μας έμαθαν να τραγουδάμε, τα ‘τραγούδια του Θεού.’ Μπορεί, και χωρίς να το καταλάβαιναν, μα δεν έχει σημασία.

Προσπάθεια έκαναν να επικοινωνήσουν με τη Δημιουργία εκείνοι, προσπάθεια κάνουμε κι εμείς. Αυτό έχει σημασία!!

Γυρίσαμε τον κόσμο όλο από τότε, με αυτή τη σπίθα μέσα στη ψυχή μας. Χωρίς να το καταλαβαίνουμε ούτε κι εμείς, τώρα.

Περάσαμε, και περνάμε από σαράντα κύματα, φυσώντας το ‘Μαγεμένο Αυλό’ που μας χάρισαν, αυτοί οι δικοί μας άνθρωποι!!

Δε θέλω να πω ότι έκανε θαύματα τούτος ο ‘αυλός’. Λέω πως είναι καλύτερα να τον έχεις και να πορεύεσαι, παρά να μην έχεις τίποτα.

Λέω πράγματα κοινότυπα, που όλοι τα ξέρουμε, αλλά είναι καλό να τα θυμόμαστε πιο συχνά.

Και να τους ευχαριστούμε, που μας άφησαν…ουσία, και ας μη μας άφησαν…περί – ουσία.

Καλό σου ταξίδι ‘Μπαμπούλη.’

Πέμπτη 15 Απριλίου 2010

Εκδηλώσεις

Οι Εκδόσεις ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ μας προσκαλούν την Τετάρτη,
21 Απριλίου 2010 και ώρα 19.00 στην Παρουσίαση του βιβλίου,
Η Ιστορία ενός 'Μισάνθρωπου', του Δημήτρη Λάμπου,
στην Πινακοθήκη Δήμου Κερκυραίων (Τμήμα Α')
(Παλαιά Ανάκτορα, Ακαδημίας 1)
Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι: Δημήτρης Φίλιας
αν. Καθηγητής Ιονίου Πανεπιστημίου,
Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας
Δημήτρης Κονιδάρης
Συγγραφέας,
Συνεκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού 'ΠΟΡΦΥΡΑΣ'
Παντελής Δημητριάδης
Φιλόλογος, Καλλιτέχνης
Θα απαγγελθούν αποσπάσματα του βιβλίου
Μουσική θα παίξουν οι φοιτητές Μουσικολογίας
Νίκη Κρασάκη και Δημήτρης Κυραναστάσης .

Επίσης την επόμενη Τετάρτη 28 Απριλίου 2010 στις 8.30 μμ στο Βιβλιοπωλείο-καφεπωλείο "ΠΛΟΥΣ" θα γίνει εκδήλωση για την μακραίωνη παρουσία του Ερωτόκριτου στην Κέρκυρα.
Θα τραγουδήσει για πρώτη φορά τον Ερωτόκριτο η τετραφωνική χορωδία του Βαλανειού υπό την Διεύθυνση του Αλέκου Χαρτοφύλακα.
Μιά Ιστορική αναφορά θα κάνει η
αφεντιά μου.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

Εμισκοβόλουνε

Ένα εξαιρετικό και πρωτότυπο , στην γραφή του, βιβλίο από την συμπατριώτισσα μας Ελένη Αρμένη απο τους Ραχτάδες.
Το βιβλίο αναφέρεται στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων της βόρειας Κέρκυρας.
Με ζωντανό και βιωματικό τρόπο αναφέρεται στις καθημερινές ασχολίες των αγροτίκών κοινοτήτων, στην μαγειρική, την πρακτική ιατρική και πολλά άλλα ενδιαφέροντα .
Η Ελένη Αρμένη αποφοίτησε από το τμήμα Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης , έχει διδάξει σε Ελληνικά σχολεία της διασποράς (Αιθιοπία , Αυστραλία) , ήταν για χρόνια καθηγήτρια στο γυμνάσιο Αμφιπαγιτών και τώρα διδάσκει στο 1ο Γυμνάσιο Κέρκυρας.
Έχει συμμετάσχει στην συγγραφή του βιβλίου «ΙΟΝΙΟΝ ΑΚΡΟΝ».
Ένα θερμό ευχαριστώ .